- ποιητική (τέχνη)
- Ο όρος, που σημαίνει «τέχνη του ποιείν», του δημιουργείν, είναι συγχρόνως και ο τίτλος του γνωστού αριστοτέλειου έργου (Περί ποιητικής), το οποίο, αφού έγινε για πρώτη φορά γνωστό στη Δύση από τη λατινική μετάφραση του Τζόρτζιο Βάλα (1498), αποτέλεσε για πολύν καιρό τον κώδικα της ποίησης για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες (τουλάχιστον ως τις πρώτες εμφανίσεις του ρομαντισμού). Τα έργα που μετά τον Αριστοτέλη ξαναχρησιμοποίησαν τον τίτλο της π. έχουν δώσει άλλοτε θεωρίες πάνω στη φύση της τέχνης (αυτό που από τον Μπάουμγκαρτεν και ύστερα ονομάστηκε αισθητική) και άλλοτε ένα σύνολο κανόνων, που θα έπρεπε να ισχύουν ως ποιητικά υποδείγματα για τους ποιητές όλων των εποχών. Στη δική μας εποχή ονομάζεται π. κάθε θεωρία που δεν ορίζει τι είναι η τέχνη, αλλά πώς πρέπει να είναι η τέχνη, ανάλογα με το πώς τη θέλουν ορισμένοι καλλιτέχνες, ορισμένοι κριτικοί, ορισμένοι φιλόσοφοι, ακόμα και μερικοί ιστορικοκοινωνικοί κύκλοι. Η χρήσητου όρου π. επεκτείνεται επίσης και στη θεωρητική διατύπωση του σκοπού όλων των τεχνών και όχι μόνων αυτών που έχουν σχέση με τη λογοτεχνία. Η π., είτε είναι μιας εποχής είτε μιας σχολής είτε ενός μόνο καλλιτέχνη, έχει τις αρχές της, που θεωρούνται λειτουργικές αρχές της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Κάθε καλλιτέχνης, είτε το εκφράζει θεωρητικά είτε όχι, έχει μια δική του θεωρία της τέχνης, η οποία, ως θεωρία του τι πρέπει να είναι η τέχνη, αξίζει το όνομα ποιητική. Δεν πρέπει να θεωρηθεί ωστόσο ότι η π. αφορά μόνο στον καλλιτέχνη: αντίθετα, εμφανίζεται ως σημαντικό βοήθημα για τη λογοτεχνική κριτική και την ιστορία της λογοτεχνίας, γιατί δεν είναι δυνατόν να διανοηθεί κανείς το διάβασμα ενός έργου, όπου ο αναγνώστης να μην κάνει δικές του τις αρχές, σύμφωνα με τις οποίες εργάζεται ο καλλιτέχνης, δηλαδή να αναδημιουργήσει εκ των έσω και την προσωπικότητα του καλλιτέχνη και την καλλιέργεια και τον πολιτισμό στον οποίο αυτός συμμετέχει. Και επειδή κάθε καλλιτέχνης ζει στην εποχή του, σύμφωνα με μια σχέση ενεργής διαλεκτικής, καμιά π. δεν μπορεί να είναι απόλυτη. Π.χ. τα αισθητικά κριτήρια της εποχής του Αριστοτέλη ήταν διαφορετικά από τα δικά μας. Η νεότερη αισθητική είναι κατά την έκφραση του Ιω. Συκουτρή, ποιητοκεντρική· η αρχαία ήταν εργοκεντρική. Αυτό σημαίνει ότι οι αρχαίοι κανόνες αγνοούσαν σχεδόν ολότελα την ψυχολογία του δημιουργού και ενδιαφέρονταν για την ψυχολογία του κοινού, που απολάμβανε το ποίημα. Σε τελευταία ανάλυση, η αρχαία αισθητική είχε κατά τρόπο αρκετά σαφή κοινωνικό χαρακτήρα. Οπωσδήποτε αυτό γινόταν σχεδόν φυσικά, ως αποτέλεσμα του τότε κοινωνικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος και όχι με την έννοια μιας σχηματισμένης σχολής, που είναι φαινόμενο των νεότερων χρόνων. Όταν γίνεται λόγος σήμερα για π. από μια ευρύτερη άποψη και ο όρος αναφέρεται σε μια σχολή ή σε μια λογοτεχνική εποχή (ρομαντική π. κλπ.), αυτό σημαίνει ότι πολλοί καλλιτέχνες, εκτός από τον δεσμό ενός ορισμένου πολιτισμού, ενός λογοτεχνικού κριτηρίου, καθορισμένων κανόνων ύφους και γλώσσας, έχουν από κοινού τη συνείδηση ότι κάνουν τέχνη προς μια καθορισμένη κατεύθυνση. Αυτή η έμμεση χρήση του όρου έχει φυσικά επίσης τη σημασία της, αλλά το καθαρό νόημά της π. βρίσκεται σε στενή σχέση με την ίδια την καλλιτεχνική δημιουργία.
Σελίδα από το ποίημα του Κολουμέλα «Περί γεωργίας», σε κώδικα του 16ου αιώνα (Ρώμη, Βαλικελιανή Βιβλιοθήκη).
«Η φιλαργυρία» σε ποιητικό κώδικα (Φλωρεντία, Λαυρεντιανή Βιβλιοθήκη).
Ποίηση. Προμετωπίδα του έργου «Convinio» (έκδοση του 16ου αιώνα), στο οποίο ο Δάντης δίνει έναν ενδιαφέροντα ορισμό της ποίησης (Μιλάνο, Τριβουλτσιανή Βιβλιοθήκη).
Ποίηση. Τμήμα του πολύπτυχου του Ιζενχάιμ του Γερμανού ζωγράφου Μάτις Γκρύνεβαλντ, εμπνευσμένο από τη θρησκευτική ποίηση της εποχής του (Μουσείο Ουντερλίντεν, Κολμάρ).
«Αποθέωση της ποίησης», νωπογραφία του 18ου αιώνα στην οροφή του Μουσείου Κα’Ρετζόνικο, στη Βενετία.
Ο Πετράρχης στο γραφείο του, τοιχογραφία (Μέγαρο Λιβιάνο, Πάντοβα).
Μινιατούρα έκδοση έργων του Πετράρχη (Εθνική Βιβλιοθήκη, Φλωρεντία).
Dictionary of Greek. 2013.